Τα μπρατίμια

“Αν πας κατά το Λιτοχώρι

Προσκύνα τα μπρατίμια μας”

(απόσπασμα από δημοτικό τραγούδι)

Τα μπρατίμια συνδέει η δημιουργία «αδελφικού δεσμού», μια «τεχνητή συγγένεια» που είναι ισχυρότατη και διέπεται από ισόβια υποχρέωση αλληλοβοήθειας, αλληλεγγύης, αφοσίωσης και αυταπάρνησης. Μπράτιμος είναι ο φίλος ο στενός, ο εγκάρδιος, ο ένθερμος, ο επιστήθιος.

Οι Λιτοχωρίτες χρησιμοποιούσαν τη λέξη «μπράτιμος» με την ίδια ακριβώς σημασία που είχε σε άλλα μέρη η λέξη «σταυραδερφός». Η «σταυρομάνα» ήταν η μητέρα του μπράτιμου και εκείνη φώναζε τον μπράτιμο του γιου της «σταυραετό» και ο «σταύρος» ή το «σταυράκι» ήταν ο αδελφός του μπράτιμου.

Επί Τουρκοκρατίας οι Λιτοχωρίτες «πιάνονταν μπρατίμια» και έτσι από ξένοι γίνονταν σόι, γίνονταν σαν αδέλφια, γίνονταν ένα αίμα, με τις ευχές του παπά, ο οποίος τους έβαζε κάτω από το Ευαγγέλιο σκυμμένους γύρω-γύρω με τα κεφάλια ακουμπισμένα και διάβαζε τις ευχές. Αυτοί αλληλοασπάζονταν και υπόσχονταν αλληλοϋποστήριξη, ότι θα βοηθιούνται σαν αδέλφια, θα διευκολύνει ο ένας τον άλλο, δε θα συμπεθερέψουν, δε θα προδίδουν κλπ. Οι γυναίκες λιγότερο συχνά γίνονταν μπρατίμισσες, όταν ήταν ανύπαντρες και ανήλικες, με κορίτσι συνήθως της γειτονιάς.

Στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου εν Ολύμπω τις ημέρες που πανηγύριζε συνήθως «πιάνονταν μπρατίμια» οι Λιτοχωρίτες ή σε άλλες μεγάλες γιορτές του Λιτοχώρου (Προφήτης Ηλίας, Άγιοι Απόστολοι, Τριών Ιεραρχών κλπ), όταν γίνονταν τα πανηγύρια ή στην εκκλησία το Πάσχα μετά τη Δεύτερη Ανάσταση.

Από το 1920 και μετά δεν ευλογήθηκαν άλλα μπρατίμια (σταυραδέρφια) από την εκκλησία. Τα μπρατίμια πιάνονταν στη γειτονιά, στο σχολείο, τα παιχνίδια και αργότερα μέσα στις δουλειές. Οι αναμνήσεις είναι αξέχαστες από τα γλέντια και τους χορούς που έκαναν παλιότερα στα πανηγύρια, στις ταβέρνες και στις γιορτές. Στα μπρατίμια οφείλει το Λιτόχωρο τις αλησμόνητες βεγγέρες, που ήταν η βασική πηγή ψυχαγωγίας τα χειμωνιάτικα Σαββατόβραδα, όπως και κατά τον 19ο αιώνα, που συνήθως γινόταν με κοινή συμμετοχή και έξοδα.

«Τα μπρατίμια εμείς τα βρήκαμε από τους παλιούς ναυτικούς που δούλευαν στα καΐκια με πανιά. Ήταν πολύ δεμένοι μεταξύ τους, θυσιάζονταν ο ένας για τον άλλο, μπροστά στον κίνδυνο της θάλασσας δεν υπήρχε τότε ατομικό συμφέρον. Τη μάνα του μπράτιμου τη λέγαμε σταυρομάνα και τον αδελφό του σταύρο ή σταυράκι. Εμείς οι ναυτικοί κάναμε τότε τα καλύτερα γλέντια στα πανηγύρια, όταν ξεμπαρκάραμε. Συναγωνιζόμασταν τους στεργιανούς στα γλέντια, στα όργανα, στο χορό, στο καλό ντύσιμο, στο φαγοπότι» (Δημήτριος Κουρδής).

«Το δέσιμο μεταξύ μας ήταν παραπάνω από φιλικό, πέφταμε στη φωτιά ο ένας για τον άλλο, για την παρέα κάναμε θυσίες. Τα γλέντια στα σπίτια μας στις γιορτές κρατούσαν μέχρι τα ξημερώματα. Αλλά η μεγαλύτερη χαρά γινόταν στα πανηγύρια. Τα μπρατίμια σαν παρέα συναγωνίζονταν άλλη παρέα στο γλέντι, στο τραγούδι, στο ποτό, στο χορό. Στο πανηγύρι των Αγίων Αποστόλων γλεντούσαμε με τα όργανα 2 μέρες συνέχεια και μετά συνεχίζαμε στο Χοροστάσι» (Απόστολος Τζουμάκας).

Αποσπάσματα από τα Χρονικά Λιτοχώρου (2010) του Σωτήρη Μασταγκά, προσαρμοσμένα ελαφρώς για τις ανάγκες της ανάρτησης.

Φωτογραφίες του κ. Χρήστου Σταθακόπουλου και του Νίκου Μυρσίνη.

Previous
Previous

Χριστούγεννα στο παλιό Λιτόχωρο

Next
Next

Ο βουλευτής και δικηγόρος Δημήτριος Τσαλόπουλος